- μονομαχίῳ
- μονομάχιονneut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μονομαχίωι — μονομαχίῳ , μονομάχιον neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)